25/9/10

Εισαγωγή στην «Ελένη» του Ευριπίδη

Ο ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ
Η «Ελένη» του Ευριπίδη έχει απασχολήσει μέχρι τώρα πολλούς μελετητές, γιατί τα προβλήματα που παρουσιάζει είναι και αρκετά και σοβαρά.
Το πρώτο που μας ξαφνιάζει είναι ότι ο ποιητής έχει αλλάξει σημαντικά το γνωστό κι από άλλες αρχαίες πηγές μύθο. Δηλαδή η ίδια η Ελένη, στον πρόλογο, μας βεβαιώνει ότι δεν έφτασε ποτέ στην Τροία, γιατί ο Ερμής, σύμφωνα με τις διαταγές του Δία, την οδήγησε στην Αίγυπτο, στην αυλή του βασιλιά Πρωτέα. Κι ο Πάρις, χωρίς να ξέρει, πήρε μαζί του, αντί για την Ελένη, ένα «είδωλό» της, που έφτιαξε η Ήρα. Γύρω από αυτό το «έμπνουν είδωλον» πολέμησαν και σκοτώθηκαν τόσοι άνθρωποι!
Άλλο ένα ερωτηματικό γεννιέται στον αναγνώστη, όταν διαπιστώνει ότι ο Ευριπίδης εδώ αντιμετωπίζει ευνοϊκά την ηρωίδα του, ενώ και στις προηγούμενες και στις μεταγενέστερες από την «Ελένη» τραγωδίες η στάση του είναι καθαρά εχθρική απέναντί της.
Προτού όμως δώσουμε μια απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα, ας δούμε τι μας λένε οι προηγούμενες από τον Ευριπίδη γραπτές πηγές σχετικά με τα προβλήματά μας.
Κατ’ αρχήν, ο Όμηρος (Οδύσσεια, δ, 351 κε.) δηλώνει καθαρά ότι η Ελένη και ο Μενέλαος μετά την καταστροφή της Τροίας πέρασαν από την Αίγυπτο, απ’ όπου τους βοήθησαν να φύγουν ο Πρωτέας «ο γέρος της θάλασσας» και η κόρη του Ειδοθέη (Οδύσσεια, δ, 365).
[1] Πουθενά ο επικός ποιητής δεν αμφισβητεί την παρουσία της Ελένης στην Τροία. Και η στάση του απέναντί της είναι φανερά εχθρική. Βέβαια, τα λόγια των Τρώων γερόντων (Ιλιάδα, Γ, 156), που κάθονται κοντά στις Σκαιές πύλες, δείχνουν αρκετή επιείκεια για την ηρωίδα. Στην Οδύσσεια όμως ο Εύμαιος (Οδύσσεια, ξ, 68), όταν κουβεντιάζει με τον Οδυσσέα για την Ελένη, είναι επιθετικός.
Αργότερα, στον Επικό Κύκλο, που έχει δανειστεί πολλά από τον Όμηρο, οι επιθέσεις και οι κατηγορίες γίνονται δριμύτερες. Στη «Μικράν Ιλιάδα» και στην «Ιλίου Πέρσιν» ο Μενέλαος τραβάει την Ελένη από τα μαλλιά και είναι αποφασισμένος να την κτυπήσει με το ξίφος του, τελικά όμως η ομορφιά της κατευνάζει την οργή του.
Όσο για το άλλο πρόβλημα που μας απασχολεί, για την παρουσία δηλαδή της Ελένης στην Αίγυπτο, στους «Νόστους» αναφέρεται ότι ο Μενέλαος με τη γυναίκα του πέρασε από εκεί μετά την πτώση της Τροίας. Τα «Κύπρια Έπη», που θέλουν μητέρα της ηρωίδας μας τη Νέμεση,
[2] παρουσιάζουν την Ελένη σαν το όργανο ενός θείου σχεδίου.
Αλλά οι επικρίσεις δεν σταματούν εδώ. Ο Ησίοδος τη βρίζει γιατί ντρόπιασε το γάμο της με τον ξανθό Μενέλαο: «Κι όπως η Κλυταιμνήστρα, αφού άφησε το θείο Αγαμέμνονα, πλάγιασε με τον Αίγισθο, προτιμώντας έτσι χειρότερο σύζυγο, το ίδιο και η Ελένη ντρόπιασε το γάμο της με τον ξανθό Μενέλαο».
Ο Αισχύλος στον «Αγαμέμνονα» (στ. 689) τη χαρακτηρίζει με τα εξής επίθετα: «ελέναυς» (αυτή που καταστρέφει τα πλοία), «έλανδρος» (αυτή που καταστρέφει τους άντρες) κι «ελέπτολις» (αυτή που καταστρέφει τις πόλεις). Ο ίδιος παρακάτω (Αγαμέμνων, στ. 1455) την ονομάζει «παράνουν» και τη θεωρεί αιτία του χαμού τόσων ανθρώπων. Παρ’ όλα αυτά όμως την παρουσιάζει σαν ένα δαίμονα, σαν μια δύναμη υπερφυσική και θρηνεί τις καταστροφές, χωρίς όμως να κατηγορεί κανέναν εκτός από τη μοίρα.
Αντίθετα, ο Ευριπίδης σ’ όλα σχεδόν τα έργα του δείχνεται σκληρότερος απέναντί της. Η Ανδρομάχη («Ανδρομάχη», στ.103) την αποκαλεί «ευναίαν άταν», δηλαδή συζυγική καταστροφή. Στις «Τρωάδες» (στ. 881) ο Μενέλαος φωνάζει τη γυναίκα του «φόνισσα». Στην «Ηλέκτρα» που ανέβηκε στο Διονυσιακό θέατρο το 413, ο Χορός αποκαλεί την κόρη της Λήδας «κακόφρονα» («Ηλέκτρα», στ. 479). Όμως πιο κάτω («Ηλέκτρα», στ. 1280), οι Διόσκουροι μας λένε ότι η Ελένη δεν έφτασε ποτέ στην Τροία, γιατί έμεινε στην Αίγυπτο κοντά στον Πρωτέα, ενώ ο Δίας έστειλε στο Ίλιο το «είδωλο της Ελένης» για να δοθεί αφορμή αλληλοσπαραγμού στους ανθρώπους. Αυτή η παραλλαγή του μύθου, την οποία στην «Ηλέκτρα» ο ποιητής μεταχειρίζεται για πρώτη φορά, θα αποτελέσει, ένα χρόνο αργότερα, το κύριο θέμα της τραγωδίας του «Ελένη».
Μέχρι τώρα όλες οι πηγές, στις οποίες ανατρέξαμε, θέλουν την Ελένη στην Τροία και τη θεωρούν αιτία των καταστροφών. Μόνο ο Ευριπίδης λοιπόν τολμάει ή αναγκάζεται από διάφορες αιτίες να παραλλάξει τόσο αισθητά το μύθο; Δεν υπάρχουν πρόδρομοι;
Ο Πλάτων στο «Φαίδρο» (243 Α) μας δίνει ένα απόσπασμα από το ποίημα του Στησιχόρου «Παλινωδία», που έχει σαν θέμα του τις περιπέτειες της Ελένης: «αυτή η διάδοση δεν είναι αληθινή, ούτε μπήκες σε καλοφτιαγμένα καράβια, ούτε έφτασες στα Πέργαμα (την ακρόπολη) της Τροίας».
Ο ίδιος φιλόσοφος στην «Πολιτεία» του (Θ' 586) αναφέρει ότι, σύμφωνα με τη γνώμη του Στησιχόρου, οι Έλληνες και οι Τρώες πολεμούσαν μάταια γύρω από τον ίσκιο της Ελένης χωρίς να ξέρουν την αλήθεια.
Ποιος είναι όμως ο Στησίχορος και η περίφημη «Παλινωδία» του; Ο ποιητής αυτός γεννήθηκε στο Μάταυρο της Κάτω Ιταλίας και μπορούμε να τον τοποθετήσουμε χρονολογικά στα τέλη του 7ου με αρχές του 6ου αιώνα. Ένα από τα γνωστά του έργα είναι η «Ελένη», όπου διηγιόταν πολλά άσχημα για την κόρη της Λήδας και γι’ αυτό τυφλώθηκε. Για να ξαναβρεί όμως το φως του, ο ποιητής έγραψε την «Παλινωδία» όπου παινεύει την Ελένη και βεβαιώνει ότι ποτέ αυτή δεν έφτασε στην ακρόπολη της Τροίας. Το μόνο όμως απόσπασμα που σώζεται από το ποίημα του Στησίχορου είναι αυτό που αναφέρει ο Πλάτων στον «Φαίδρο». Μάταιες στάθηκαν οι προσπάθειες των ερευνητών για να βρουν και σε άλλα αρχαία κείμενα αποσπάσματα από αυτό το ποίημα. Γι’ αυτό, ο Léon Parmentier υποψιάζεται ότι η πληροφορία του Πλάτωνα είναι φτιαγμένη από τον ίδιο. Ίσως ο Αθηναίος φιλόσοφος, σύμφωνα πάντα με τον Léon Parmentier, γνώριζε την Ελένη του Ευριπίδη κι επειδή δεν εκτιμούσε τους μύθους των τραγικών, απέδωσε το «είδωλον» στο Στησίχορο, για τον οποίον οι σικελικοί μύθοι έλεγαν ότι είχε γράψει την «Παλινωδία».
Το σίγουρο πάντως είναι ότι πριν τον Ευριπίδη το μύθο για το «είδωλο» λίγοι τον γνώριζαν ή τον έπαιρναν στα σοβαρά. Η «Παλινωδία» όμως είχε ενσωματωθεί στις τοπικές παραδόσεις της Σικελίας, απ’ όπου φαίνεται να τη γνώριζε ο Ευριπίδης.
Αλλά κι ένας άλλος ακόμα αρχαίος συγγραφέας, ο Ηρόδοτος (Ηροδότου Ιστορία, Β’, 112-120), αναφέρει ότι όταν επισκέφτηκε την Αίγυπτο οι ιερείς τον διαβεβαίωσαν ότι σύμφωνα με τις τοπικές παραδόσεις ο βασιλιάς τους Πρωτέας κράτησε κοντά του την Ελένη που δεν πάτησε ποτέ το πόδι της στο Ίλιο. Ο Ηρόδοτος όμως φαίνεται να γνώριζε την «Παλινωδία», γιατί διαφορετικά θα τη χρησιμοποιούσε για να εξυψώσει το γόητρο των Αιγυπτίων.
Αφού είδαμε λοιπόν τη διάθεση των Ελλήνων ποιητών και πεζογράφων απέναντι στην Ελένη και τις παραλλαγές του σχετικού μύθου, είναι καιρός να προσπαθήσουμε να βρούμε μια λύση στο γιατί ο Ευριπίδης μεταβάλλει το μύθο και δείχνεται φιλικός τώρα στην Ελένη.

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Τα παραπάνω προβλήματα ίσως λυθούν, όταν βρούμε τη χρονολογία που γράφτηκε η Ελένη και αν συγκεντρώσουμε πληροφορίες για την πολιτική κατάσταση της εποχής εκείνης.
Άμεση πληροφορία για τη χρονολογία δε σώζεται. Μπορούμε όμως να την συμπεράνουμε με αρκετή ακρίβεια από έμμεσες σχετικές ειδήσεις: ο Αριστοφάνης στις «Θεσμοφοριάζουσες» (στ. 1060) λέει ότι πριν ένα χρόνο, στο ίδιο μέρος (δηλαδή στο θέατρο του Διονύσου), παίχτηκε η «Ανδρομέδα» του Ευριπίδη. Εξάλλου, ο σχολιαστής του στις «Θεσμοφοριάζουσες» (στ. 1012) συμπληρώνει ότι η «Ανδρομέδα» και η «Ελένη» ανεβάστηκαν μαζί. Εφόσον λοιπόν γνωρίζουμε από διάφορες έμμεσες πάλι πληροφορίες ότι οι «Θεσμοφοριάζουσες» παρουσιάστηκαν στο Διονυσιακό θέατρο το 411, μπορούμε να συμπεράνουμε με αρκετές πιθανότητες επιτυχίας ότι οι δύο τραγωδίες του Ευριπίδη διδάχτηκαν το 412.
Κοιτάζοντας τώρα την πολιτική κατάσταση της εποχής μαθαίνουμε από τον Θουκυδίδη (ΣΤ, 1), ότι το 415 οι Αθηναίοι έκαναν την εκστρατεία στη Σικελία. Στην αρχή όλοι πίστευαν στη νίκη και επιδοκίμαζαν τον αγώνα. Από τις πρώτες όμως κιόλας αποτυχίες άρχισαν η απογοήτευση και η απελπισία να κυριεύουν το λαό. Την ίδια εξέλιξη στα συναισθήματά του ακολούθησε και ο Ευριπίδης, όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από τα έργα του. Στις «Τρωάδες» (στ. 220), που ανέβηκαν το 415, ο Χορός εύχεται να μπορούσε να πήγαινε στη Σικελία και στην «Ηλέκτρα», δυο χρόνια αργότερα, οι Διόσκουροι ζητούν συγγνώμη από το ακροατήριο για να πάνε να φυλάξουν το στόλο στη σικελική θάλασσα. Οι αποτυχίες όμως των Αθηναίων στη Σικελία απογοητεύουν το λαό, που τα βάζει με τους μάντεις (Θουκυδίδης Η' 1). Αυτή ακριβώς την κατακραυγή του αθηναϊκού λαού απηχούν οι κατηγορίες που ξεστομίζει για τους μάντεις και τη μαντική ο Άγγελος στην «Ελένη» (στ. 744), όταν μαθαίνει ότι τόσα χρόνια πολεμούσαν μάταια γύρω από ένα «είδωλο».
Όμοια όμως με το λαό αισθάνεται κι ο Ευριπίδης. Καταλαβαίνει ότι ο πόλεμος φέρνει μόνο καταστροφές κι ότι οι διαφορές μεταξύ των λαών θα μπορούσαν να λυθούν και με άλλους τρόπους. Ο πόλεμος είναι μια τρέλα, μια πλάνη που έχει και οικτρά αποτελέσματα. Η πίστη του για την ειρήνη («Ελένη, στ. 1151») και η απέχθειά του για τον πόλεμο τον οδηγεί να γράψει αυτήν την τραγωδία που είναι η κραυγή της καρδιάς ενός ειρηνιστή.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΤΕΥΚΡΟΥ ΣΤΗΝ «ΕΛΕΝΗ»
Η Ελένη, όπως είδαμε, έχει δημιουργήσει αρκετά προβλήματα και ερωτηματικά. Ένα από αυτά είναι και η εμφάνιση στη σκηνή του Τεύκρου (στ. 68), του γιου του Τελαμώνα από τη Σαλαμίνα. Το πρόσωπο αυτό έρχεται στη σκηνή, συναντά την Ελένη, κουβεντιάζει μαζί της, χωρίς φυσικά να ξέρει σε ποια απευθύνεται. Αυτός της δίνει πληροφορίες για την καταστροφή της Τροίας, για την τύχη της οικογένειάς της και αναφέρει τις φήμες που κυκλοφορούν στην Ελλάδα σχετικά με τον πιθανότατο θάνατο του Μενέλαου. Στο τέλος δικαιολογεί την παρουσία του στην Αίγυπτο: θέλει να συμβουλευτεί την κόρη του Πρωτέα, τη Θεονόη, που έχει μαντικές ικανότητες, σχετικά με το ταξίδι και την εγκατάστασή του στην Κύπρο, όπου τον στέλνει μια προφητική διαταγή του Απόλλωνα.
Η Ελένη κατορθώνει τελικά να τον εμποδίσει από αυτήν την πράξη του, γιατί υπάρχει φόβος να τον σκοτώσει ο Θεοκλύμενος, ο τωρινός βασιλιάς της Αιγύπτου. Ο Τεύκρος φεύγει και δεν ξαναπαρουσιάζεται στη σκηνή.
Ποιος είναι λοιπόν ο ρόλος του στο έργο; Με ποιο άραγε σκοπό τον χρησιμοποιεί ο Ευριπίδης;
Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι η παρουσία του ήταν αναγκαία για να πληροφορήσει την ηρωίδα μας για το θάνατο του άντρα της. Αυτό όμως δεν ευσταθεί, γιατί η Θεονόη με τις μαντικές της ικανότητες γρήγορα καθησυχάζει την Ελένη, διαβεβαιώνοντάς την ότι ο Μενέλαος ζει. Πέρα από αυτό, η παρουσία του Τεύκρου στην Αίγυπτο σύμφωνα με τον Ευριπίδη, μας παραξενεύει και για έναν ακόμα λόγο: Πουθενά αλλού δεν αναφέρεται ότι ο Τεύκρος πέρασε από τη χώρα των Φαραώ, όταν πήγαινε να εγκατασταθεί στη Σαλαμίνα της Κύπρου.
Τη λύση τη βρίσκουμε πάλι από την πολιτική πραγματικότητα της εποχής. Ένα ψήφισμα του αθηναϊκού δήμου εκείνης της περιόδου αποκαλεί τον Ευαγόρα Α' ευεργέτη της Αθήνας. Ο Ευαγόρας Α' ήταν τότε βασιλιάς της Σαλαμίνας της Κύπρου και καταγόταν από την οικογένεια των Τευκριδών που είχαν εγκατασταθεί από χρόνια στο νησί.
Ίσως λοιπόν ο Ευριπίδης να ήθελε, με την εμφάνιση του Τεύκρου στη σκηνή του Διονυσιακού θεάτρου, να εμψυχώσει τον αναστατωμένο από τις συμφορές αθηναϊκό λαό, παρουσιάζοντας έναν παλιό σύμμαχό του.

ΟΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ
Οι φιλόλογοι που ασχολήθηκαν με την «Ελένη» παραξενεύτηκαν με το λυρικό κομμάτι που απαγγέλλει ο Χορός (στ. 1301), όταν περιμένει να δει τα τι αποτελέσματα θα είχε το σχέδιο για τη φυγή της Ελένης και του Μενελάου.
Το χορικό αυτό, που από πολλούς θεωρήθηκε άσχετο με το κύριο θέμα, αναφέρεται στο μύθο της Δήμητρας και της κόρης της. Στο τελευταίο μέρος, ο Χορός εκφράζει τις υποψίες του, μήπως αιτία δυστυχίας του ζευγαριού είναι κάποια ασέβεια της Ελένης σχετική με τις υποχρεώσεις της στη θεά Δήμητρα. Η λέξη που χρησιμοποιεί ο Χορός, «εν θαλάμοις» (στ. 1354) μας οδηγεί στη σκέψη ότι η τυχόν ασέβεια της Ελένης έχει σχέση με τον τρόπο όπου πρόσφερε τη θυσία της.
Κάτι παρόμοιο όμως αναφέρει ότι συνέβη και στην Αθήνα ο Θουκυδίδης (ΣΤ', 28) και μάλιστα λίγο πριν ξεκινήσει ο αθηναϊκός στόλος για τη Σικελία.
Λέει λοιπόν ο ιστορικός (ΣΤ', 27) ότι, στις παραμονές της εκστρατείας, άγνωστοι έκοψαν μέσα σ’ ένα βράδυ τα κεφάλια των Ερμών,
[3] πράγμα που θεωρήθηκε κακό σημάδι και πανικόβαλε τους Αθηναίους. Ο ίδιος αναφέρει πιο κάτω (ΣΤ', 28) ότι μερικοί μέτοικοι κατάγγειλαν ότι κι άλλα αγάλματα είχαν καταστραφεί και επιπλέον ότι τα μυστήρια γίνονταν στα σπίτια, πράγμα που αποτελούσε μεγάλη ασέβεια. Την ίδια ακριβώς πληροφορία βρίσκουμε και στον Πλούταρχο («Αλκιβιάδης», 19).
Ίσως ο Ευριπίδης, με τα λόγια που απευθύνει ο Χορός στην Ελένη, υπονοεί ότι αιτία της σικελικής καταστροφής ήταν η ασέβεια που αναφέρει ο Θουκυδίδης.

Η «ΕΛΕΝΗ» ΕΙΝΑΙ ΤΡΑΓΟ-ΚΩΜΩΔΙΑ;
Οι διάφοροι μελετητές, που ασχολήθηκαν κατά καιρούς με την «Ελένη», της έχουν δώσει ο καθένας κι ένα διαφορετικό χαρακτηρισμό. Άλλοι τη θεωρούν ως ένα έργο φανταστικό, γι’ άλλους είναι ένα ρομαντικό δράμα και άλλοι (οι ιστορικοί του ελληνικού μυθιστορήματος) ισχυρίζονται ότι πρόκειται για ένα έργο καθαρά μυθιστορηματικό, όπως όλα όσα ανέβηκαν από το 415-408 π.Χ.: «Ανδρομέδα», «Αντιγόνη», «Μελέαγρος», «Οινόμαος». Είναι φανερό ότι όλοι επηρεάζονται από το χαρακτηρισμό του πρώτου κριτικού της, του Αριστοφάνη, που στις «Θεσμοφοριάζουσες» (στ. 850) αποκαλεί την τραγωδία «Ελένη» «καινήν».
Από τους νεώτερους, ο H. Kitto τη χαρακτηρίζει σαν τραγο-κωμωδία και τον ίδιο χαρακτηρισμό δίνει στην «Άλκηστη», στην «Ιφιγένεια εν Ταύροις» και στον «Ίωνα».
Την ίδια γνώμη έχει και ο A. Lesky. Αυτός δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του από το γεγονός ότι στην «Ελένη» ο άνθρωπος δε βρίσκεται αντιμέτωπος με δυνάμεις υπερφυσικές, τις οποίες φυσικά δεν θα μπορούσε να δαμάσει.
Η «Ελένη» έχει βέβαια αρκετά σημεία που την κάνουν να πλησιάζει την τραγωδία: Το κατηγορητήριο που εκστομίζει ο Άγγελος (στ. 744 κε.) εναντίον των μάντεων, την ειρηνιστική περικοπή (στ. 1151) που απαγγέλλει ο Χορός, τη συγκινητική αναγνώριση του ζευγαριού, την ωδή (στ. 1151) που αναφέρεται στον Τρωικό πόλεμο και έχει πραγματικά μια τραγική νότα. Υπάρχει όμως μια βασική διαφορά ανάμεσα στην τραγωδία και στην τραγο-κωμωδία: Η υπόθεση της πρώτης πρέπει να φαίνεται πραγματική, ενώ στη δεύτερη το θέμα είναι συχνά τεχνητό και στηρίζεται σε μια πιθανότητα, σε μια μυθοπλασία, που συγκινεί βέβαια το θεατή στην αρχή. Η συγκίνηση όμως γρήγορα εξαφανίζεται, γιατί είναι φανερό ότι όλα είναι πλαστά και ότι η έκβαση θα είναι ευτυχισμένη. Επειδή λοιπόν απουσιάζει το τραγικό θέμα, ο ποιητής αναγκάζεται να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μας με διάφορα τεχνάσματα. Γι’ αυτό ορθώνει απρόβλεπτα εμπόδια που ο άνθρωπος πρέπει να τα ξεπεράσει με κάθε τρόπο. Το σχέδιο που είχε καταστρώσει η Ελένη για να μπορέσει να φύγει με τον Μενέλαο από την Αίγυπτο, κινδυνεύει να καταστραφεί, όταν ο Θεοκλύμενος (στ. 1392) προσπαθεί να την εμποδίσει να ανοιχτεί κι αυτή μαζί με τους άλλους στη θάλασσα, όπου θα κάνουν τιμητικές προσφορές στο νεκρό. Ο θεατής βρίσκεται σε αγωνία περιμένοντας την εξέλιξη των πραγμάτων.
Στην «Ελένη» το τραγικό με το κωμικό συχνά γειτονεύουν: ο Άγγελος, αφού κατακρίνει τους μάντεις, φεύγει και ο Χορός επιδοκιμάζει τα λόγια του. Τότε η Ελένη, μέσα σ’ αυτό το σοβαρό κλίμα, παρατηρεί (στ.761): «Ας είναι, ως εδώ καλά είναι τα πράγματα». Ένας τόσο άκαιρος ορθολογισμός δεν μπορεί παρά να μας κάνει να γελάσουμε.
Η τραγο-κωμωδία ακολουθεί τη φυσιολογική πλοκή, όπως όλες οι τραγωδίες, αλλά παρουσιάζει μια δραματική ανέλιξη μέσα από την «έκπληξη» και τη «διάψευση». Στην «Ελένη», για παράδειγμα, όταν ο Άγγελος φτάνει στη σκηνή και αναγγέλλει στο Μενέλαο ότι η γυναίκα του εξαφανίστηκε στον αέρα, έκπληκτος βλέπει ότι η πραγματικότητα τον διαψεύδει: η Ελένη στέκεται ολοζώντανη μπροστά του. Πραγματικά, η κατάσταση αυτή δεν μπορεί παρά να προκαλέσει το γέλιο.
Τέλος, το γενικό χαρακτηριστικό αυτών των έργων είναι η τέλεια μορφή τους. Ο ποιητής δε δεσμεύεται από καμιά τραγική ιδέα κι έτσι είναι ελεύθερος να φροντίσει ιδιαίτερα τη δομή, το ύφος του, τη συνέπεια των χαρακτήρων του. Αυτά ακριβώς τα πλεονεκτήματα παρουσιάζει και η «Ελένη». Γι’ αυτό εύκολα θα μπορούσε κανείς να την κατατάξει ανάμεσα στα άριστα, κατά τη μορφή, έργα του Ευριπίδη.

Η ΥΠΟΘΕΣΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ (1-166): Ο πρόλογος αποτελείται από δυο σκηνές: Η πρώτη (1-67) είναι μονόλογος της Ελένης μπροστά στα ανάκτορα του Πρωτέα και η δεύτερη (68-166) είναι διάλογος ανάμεσα στην Ελένη και τον Τεύκρο, το γιο του Τελαμώνα από τη Σαλαμίνα.
Στο μονόλογο, η Ελένη μας λέει ότι βρίσκεται στη νήσο Φάρο, στο παλάτι του βασιλιά της Αιγύπτου Πρωτέα, που έχει πεθάνει. Κυβερνήτης της χώρας είναι ο γιος του Θεοκλύμενος. Μαζί τους ζει και η κόρη του Πρωτέα, η Θεονόη, που έχει μαντικές ικανότητες.
Στη συνέχεια του μονολόγου μαθαίνουμε την καταγωγή της Ελένης και τις περιπέτειές της. Η Αφροδίτη, για να νικήσει την Ήρα και την Αθηνά στο διαγωνισμό ομορφιάς, υπόσχεται στον Πάρη την κόρη της Λήδας. Η Ήρα όμως οργίστηκε με τον Πάρη και αντί για την Ελένη του έδωσε ένα άψυχο ομοίωμά της. Την ίδια την πήγε ο Ερμής στον Πρωτέα, στον πιο συνετό άνθρωπο, που όσο ζούσε, κανείς δεν ενοχλούσε την Ελένη. Τώρα όμως ο γιος του, ο Θεοκλύμενος, προσπαθεί να την πάρει γυναίκα του.
Στη δεύτερη σκηνή, παρουσιάζεται ο Τεύκρος, ο γιος του Τελαμώνα από τη Σαλαμίνα। Όταν βλέπει την Ελένη της μιλάει με στοργή, γιατί έγινε αιτία του χαμού τόσων Ελλήνων. Γρήγορα όμως συνέρχεται, γιατί δεν ξέρει ότι μπροστά του βρίσκεται η πραγματική κόρη της Λήδας. Στη συζήτηση που ακολουθεί, ο Τεύκρος την πληροφορεί για τον θάνατο της μητέρας της, την τύχη των δύο αδελφών της και για τον πιθανό χαμό του Μενέλαου. Στο τέλος της λέει ότι ο ίδιος ήρθε στην Αίγυπτο γιατί θέλει να συμβουλευτεί τη Θεονόη σχετικά με την εγκατάστασή του στα παράλια της Κύπρου, όπου τον στέλνει μια προφητεία του Απόλλωνα. Η Ελένη όμως τον προτρέπει να φύγει γιατί ο Θεοκλύμενος σκοτώνει τους Έλληνες. Πραγματικά ο Τεύκρος πείθεται. Η Ελένη, όταν μένει μόνη, θρηνεί για τα νέα που έμαθε.

ΠΑΡΟΔΟΣ ΧΟΡΟΥ (167-384): Στη σκηνή παρουσιάζεται ο Χορός που αποτελείται από Ελληνίδες δούλες। Η Ελένη τους διηγείται αυτά που έμαθε και τους λέει ότι θέλει να αυτοκτονήσει. Αυτές προσπαθούν να την μεταπείσουν και τη συμβουλεύουν να ρωτήσει τη Θεονόη για την τύχη του Μενέλαου. Η Ελένη δέχεται την πρόταση κι όλες μαζί φεύγουν για το παλάτι.
ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Α' (385-514): Αποτελείται από τρεις σκηνές: Στην πρώτη (385-436) ο Μενέλαος μπαίνει στη σκηνή κουρασμένος και απελπισμένος. Η εμφάνισή του είναι αξιολύπητη. Στο μονόλογό του, μας διηγείται τα δεινοπαθήματά του. Μετά από πολύχρονες περιπλανήσεις στη θάλασσα, βυθίστηκε το πλοίο του κι έφτασε ναυαγός σ’ αυτή τη χώρα, χωρίς να ξέρει βέβαια που βρίσκεται. Σε μια σπηλιά της ακτής έχει αφήσει τους συντρόφους του και την Ελένη. Το κρύο, η πείνα και οι ταλαιπωρίες τους έχουν εξαντλήσει. Η ελπίδα να βρει κάποια βοήθεια για την επιστροφή του στην πατρίδα, τον οδήγησε σ’ αυτό το παλάτι.
Η δεύτερη σκηνή (437-482) αποτελείται από το διάλογο του Μενέλαου με μια γριά του παλατιού, που προσπαθεί να τον διώξει. Μάταια όμως. Ο Μενέλαος μένει και με τη συζήτηση συγκεντρώνει αρκετές πληροφορίες. Μαθαίνει ότι βρίσκεται στην Αίγυπτο, την οποία κυβερνά ο Θεοκλύμενος. Ξαφνιάζεται όμως όταν ακούει τη γριά να του λέει ότι στα ανάκτορα βρίσκεται από χρόνια η Ελένη. Η γριά φεύγει, αφού τον συμβουλεύει να απομακρυνθεί, γιατί ο Θεοκλύμενος σκοτώνει τους Έλληνες.
Ο Μενέλαος μένει μόνος και ο μονόλογός του αποτελεί την τρίτη σκηνή (483-514). Σ’ αυτόν εκφράζει την απορία του γι’ αυτά που έμαθε κι αποφασίζει να μείνει για να αντιμετωπίσει τον Θεοκλύμενο. Διαφορετικά, δεν υπάρχει ελπίδα να γυρίσει στην πατρίδα του.
ΕΠΙΠΑΡΟΔΟΣ (515-527): Ο Χορός μπαίνει πάλι στη σκηνή. Είναι χαρούμενος γιατί η Θεονόη τους είπε ότι ο Μενέλαος ζει.
ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Β' (528-1106): Αποτελείται από πέντε σκηνές. Η πρώτη σκηνή (528-596) είναι ο διάλογος της Ελένης και του Μενέλαου. Η Ελένη παρουσιάζεται στη σκηνή. Μόλις όμως βλέπει τον Μενέλαο τρέχει έντρομη στον τάφο του Πρωτέα. Ο Μενέλαος την πλησιάζει και γίνεται η αναγνώριση. Παρόλο όμως που του ανιστορεί τις περιπέτειές της και του λέει ποια είναι η αλήθεια, αυτός δεν πιστεύει ότι έχει μπροστά του τη γυναίκα του.
Στη δεύτερη σκηνή (597-760) εμφανίζεται ένας Άγγελος και λέει στον Μενέλαο ότι η γυναίκα του, που είχε αφήσει στη σπηλιά με τους συντρόφους του, εξαφανίστηκε αφού πρώτα τους είπε ότι στην Τροία δεν είχε πάει η πραγματική Ελένη, που άδικα βρίζεται από Αχαιούς και Τρώες. Ο Μενέλαος καταλαβαίνει την αλήθεια και η χαρά των δύο συζύγων φτάνει στο αποκορύφωμά της. Στη συνέχεια, η Ελένη του διηγείται όλα τα δεινοπαθήματά της. Ο Άγγελος παίρνει μέρος στο διάλογο και τα βάζει με τα μαντεία και τη μαντική. Όταν αυτός φεύγει, ο Χορός επιδοκιμάζει τα λόγια του.
Στην τρίτη σκηνή (761-864) η Ελένη ζητάει από τον άντρα της να της διηγηθεί τις περιπέτειές του, αλλά εκείνος αρνείται γιατί δε θέλει να τις ξαναφέρει στη μνήμη του. Τότε όμως η Ελένη θυμάται τον Θεοκλύμρνο που θέλει να την παντρευτεί και που σκοτώνει τους Έλληνες. Γι’ αυτό συμβουλεύει το Μενέλαο να φύγει. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος, γιατί η Θεονόη με τις μαντικές της ικανότητες θα το μαρτυρήσει στον αδελφό της.
Ο Μενέλαος αρνείται να φύγει και τότε ορκίζονται κι οι δύο ότι θα πεθάνουν μαζί.
Στην τέταρτη σκηνή (865-1029) παρουσιάζεται η Θεονόη. Αποκαλεί τον Μενέλαο με το όνομά του και τον πληροφορεί για τις διαθέσεις των θεών απέναντί του. Η Αφροδίτη είναι εναντίον του, ενώ η Ήρα θέλει να τον βοηθήσει να γυρίσει στην πατρίδα του. Τώρα τα πάντα εξαρτώνται από τη Θεονόη. Αν αυτή πει την αλήθεια στον αδελφό της, ο Μενέλαος είναι χαμένος. Τότε η Ελένη πέφτει στα πόδια της προφήτισσας και τη θερμοπαρακαλεί να τους βοηθήσει. Η Θεονόη συγκινείται και φαίνεται να έχει διάθεση να τους παρασταθεί. Περιμένει όμως και τα λόγια του Μενέλαου. Αυτός κρατάει μια στάση που ταιριάζει σε ήρωα. Τα λόγια του, λόγια ενός γενναίου άντρα, πείθουν τη Θεονόη να τους συντρέξει. Η κόρη του Πρωτέα φεύγει.
Στην πέμπτη σκηνή (1030-1106) ο Μενέλαος και η Ελένη μένουν μόνοι και προσπαθούν να βρουν τρόπο για να φύγουν. Η γυναικεία πονηριά δίνει τη λύση. Θα παρουσιάσει στο Θεοκλύμενο τον Μενέλαο σαν έναν ξένο που της ανάγγειλε το θάνατο του άντρα της και θα ζητήσει μια χάρη: να της επιτρέψει να προσφέρει στον πεθαμένο τις τιμές που συνηθίζουν στην Ελλάδα. Θα του ζητήσει ένα πλοίο για να ανοιχτεί στα βαθιά για να ρίξει στη θάλασσα τα σάβανα του άντρα της και να του προσφέρει όλες τις τιμές που πρέπει. Αυτό το πλοίο όμως θα είναι η σωτηρία του Μενέλαου και της Ελένης. Με αυτό σκέπτονται να φύγουν για την Ελλάδα.
ΣΤΑΣΙΜΟ Α' (1107-1164): Στην πρώτη στροφή (1107-1121) ο Χορός προσκαλεί το αηδόνι να τον συνοδεύσει στους θρήνους του για τους Τρώες. Στην αντιστροφή (1122-1136) ο Χορός θρηνεί τους Αχαιούς. Στη δεύτερη στροφή (1137-1150) ο Χορός επιτίθεται στους θεούς και στις παραξενιές τους, στο τέλος όμως αλλάζει στάση και απαγγέλλει ένα στίχο που μας ξαφνιάζει: «τα λόγια των θεών τα βρήκα αληθινά».
Στη δεύτερη αντιστροφή (1151-1164) ο Χορός τάσσεται ανεπιφύλακτα εναντίον του πολέμου και ονομάζει «άφρονες» αυτούς που λύνουν τις διαφορές τους με τα όπλα.
ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Γ' (1165-1300): Παρουσιάζεται ο Θεοκλύμενος γυρίζοντας από το κυνήγι. Πλησιάζοντας τον τάφο του πατέρα του δε βλέπει την Ελένη και φοβάται. Ξαφνικά όμως τη διακρίνει να έρχεται με πένθιμα ρούχα και κομμένα μαλλιά. Τη ρωτάει τι συμβαίνει κι αυτή, σύμφωνα με το σχέδιό της, του λέει ότι ο ξένος που κάθεται κοντά στον τάφο (δηλαδή ο Μενέλαος) της ανάγγειλε το θάνατο του άντρα της. Προσθέτει ότι τώρα πια είναι ελεύθερη να τον παντρευτεί. Πρώτα όμως θέλει να της κάνει μια χάρη: να της δώσει ένα πλοίο για να προσφέρει τις τιμές που πρέπει στο Μενέλαο που έχει πνιγεί στη θάλασσα. Ο Θεοκλύμενος δέχεται και αναθέται στον ξένο να κυβερνήσει το καράβι. Και οι τρεις φεύγουν από τη σκηνή για να μπουν στο παλάτι.
ΣΤΑΣΙΜΟ Β' (1301-1368): Ο Χορός αναφέρεται στο μύθο της Δήμητρας και της κόρης της. Στη δεύτερη όμως αντιστροφή (1353-1368) απευθύνεται στην Ελένη και της λέει ότι ίσως κάποια δική της ασέβεια απέναντι στη θεά είναι η αιτία των δεινοπαθημάτων της.
ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Δ' (1369-1450): Η Ελένη παρουσιάζεται στη σκηνή ευχαριστημένη, γιατί πλησιάζει η ώρα που τα όνειρά της θα πραγματοποιηθούν. Την ακολουθεί ο Θεοκλύμενος συνοδευόμενος από τους υπηρέτες του, τους οποίους διατάζει να ετοιμάσουν ό,τι πρέπει για τις προσφορές στο νεκρό Μενέλαο. Διστάζει όμως να επιτρέψει στην Ελένη να μπει στο καράβι. Φοβάται μήπως από τη λύπη της πνιγεί. Εκείνη όμως τελικά κατορθώνει να τον πείσει ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος και να της επιτρέψει να προσφέρει η ίδια τις τιμές στον άντρα της. Ο Θεοκλύμενος φεύγει. Στη σκηνή μένει ο Μενέλαος και η Ελένη που παρακαλούν τους θεούς να τους βοηθήσουν.
ΣΤΑΣΙΜΟ Γ' (1451-1511): Στην πρώτη στροφή (1451-1464) ο Χορός αναφέρεται στο πλοίο που θα οδηγήσει το ζευγάρι στην πατρίδα . Στην πρώτη αντιστροφή (1465-1478) ο Χορός απευθύνεται στην Ελένη και λέει τις χαρές που θα βρει όταν φτάσει στη Σπάρτη, όπου την περιμένει η κόρη της . Στη δεύτερη στροφή (1479-1494) διατάζει τα πουλιά της Λιβύης να διαλαλήσουν στον κόσμο ότι ο Μενέλαος ζει και γυρίζει στο σπίτι । Στη δεύτερη αντιστροφή (1495-1511) απευθύνεται στους Διόσκουρους, στα αδέλφια της Ελένης, και τους προτρέπει πρώτα να βοηθήσουν την αδελφή τους στο ταξίδι και ύστερα να προσπαθήσουν να ξεπλύνουν την κακή φήμη

ΕΞΟΔΟΣ (1512-1692): Στη σκηνή μπαίνει τρέχοντας ένας Άγγελος που πληροφορεί το Θεοκλύμενο ότι ο Μενέλαος με μερικούς συντρόφους του πέταξαν στη θάλασσα τους Αιγύπτιους κωπηλάτες που συνόδευαν το καράβι. Τώρα πια ο Μενέλαος και η Ελένη ταξιδεύουν για την πατρίδα τους. Ο βασιλιάς όταν τα ακούει, εξοργίζεται με την αδελφή του που δεν του είπε την αλήθεια και είναι έτοιμος να τη σκοτώσει. Ένας υπηρέτης όμως της Θεονόης τον εμποδίζει. Τη στιγμή αυτή μπαίνουν οι Διόσκουροι και προσπαθούν να κατευνάσουν το Θεοκλύμενο, λέγοντάς του ότι έγινε ό,τι ήταν γραφτό. Στο τέλος, εύχονται στην αδελφή τους καλό ταξίδι, της υπόσχονται ότι θα την προστατεύουν από ψηλά και ότι, όταν πεθάνει, θα γίνει κι αυτή θεά, ενώ ο Μενέλαος θα πάει στα νησιά των Μακάρων. Ο Θεοκλύμενος πείθεται και επαινεί την Ελένη για την τιμιότητά της.

[1] Στον Όμηρο ο Πρωτέας παρουσιάζεται σαν ένας γέρος της θάλασσας με μαντικές ικανότητες, ενώ στον Ευριπίδη και στον Ηρόδοτο (Β' 112-120) είναι βασιλιάς της Αιγύπτου. Η Ειδοθέη του Ομήρου λέγεται Θεονόη απ’ τον Ευριπίδη.
[2] Για τους γονείς της Ελένης η αρχαιότητα μας παραδίδει τα παρακάτω: Ο Όμηρος λέει ότι πατέρας της ήταν ο Δίας και ότι είχε την ίδια μητέρα με τον Πολυδεύκη και τον Κάστορα. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας πληροφορεί ότι η Λήδα ήρθε την ίδια νύχτα σ’ επαφή με τον Δία και με τον Τυνδάρεω. Από τον πρώτο γέννησε τον Πολυδεύκη και την Ελένη, ενώ από τον Τυνδάρεω τον Κάστορα.
[3] Ερμαί: Τετράγωνες στήλες με το κεφάλι του Ερμή. Αυτές βρίσκονταν μπρος στα σπίτια και στα ιερά και χρησίμευαν σαν οδοδείχτες.